παραμόνεμα

παραμόνεμα
το выжидание; подстерегание, подкарауливайте

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "παραμόνεμα" в других словарях:

  • παραμόνεμα — η [παραμονεύω] ενέδρα, καρτέρι …   Dictionary of Greek

  • παραμόνεμα — το ενέδρα, παραφύλαγμα, καρτέρι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • παραφύλαγμα — το, ΝΜΑ [παραφυλάσσω] νεοελλ. κρυφή παρακολούθηση, παραφύλαξη, παραμόνεμα μσν. αρχ. επιτήρηση, προσοχή, προφύλαξη, επιφυλακή …   Dictionary of Greek

  • παραφύλαξη — η / παραφύλαξις, άξεως, ή ΝΜΑ [παραφυλάσσω] η κρυφή παρακολούθηση, το παραφύλαγμα, το παραμόνεμα, η φρούρηση …   Dictionary of Greek

  • ενέδρα — η 1. παραφύλαξη, παραμόνεμα, καρτέρι. 2. ο τόπος όπου γίνεται το καρτέρι καθώς και τα άτομα που ενεδρεύουν. 3. η μυστική εγκατάσταση στρατιωτικού τμήματος κοντά σε πέρασμα για αιφνιδιαστική επίθεση εναντίον εχθρού που θα περάσει από εκεί. 4. μτφ …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • παραφύλαγμα — το, ατος ενέδρα, παραμόνεμα, καρτέρι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φύλαγμα — το, ατος 1. η φύλαξη, η προφύλαξη: Φύλαγμα από το κρύο. 2. η φρούρηση: Το φύλαγμα των φυλακισμένων γίνεται από τους χωροφύλακες. 3. η παραφύλαξη, το παραμόνεμα, η ενέδρα: Τον σκότωσε ύστερα από φύλαγμα πολλών ωρών στο χαντάκι του δρόμου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»